Η απιστία θεωρείται οτιδήποτε παραβιάζει και ακυρώνει την ερωτική (σεξουαλική ή συναισθηματική) αποκλειστικότητα μεταξύ των εραστών, των δύο συντρόφων. Είναι μια εξαιρετικά τραυματική εμπειρία για το ζευγάρι (που είναι όντως ζευγάρι), αποτελεί τη συχνότερη αιτία διαζυγίου και το συχνότερο λόγο αναζήτησης θεραπείας ζεύγους.
Μπορεί να είναι σεξουαλική, πλατωνική – συναισθηματική, μια παράλληλη σχέση ή μια μεμονωμένη ερωτική επαφή, με φυσική επαφή ή μέσω διαδικτύου. Δεν υπάρχει μικρότερη ή μεγαλύτερη, περισσότερο ή λιγότερο σημαντική απιστία. Οποιαδήποτε ερωτική εμπειρία, ηδονή και ικανοποίηση χωρίς τον σύντροφο παραβιάζει την υπόσχεση για αποκλειστικότητα και διαρρηγνύει τον συζυγικό/συντροφικό δεσμό.
Η πράξη της απιστίας συνιστά προδοσία, ο συζυγικός δεσμός που αποτελεί τον πυρήνα του γάμου και της οικογένειας, κλονίζεται τις περισσότερες φορές, ανεπανόρθωτα. Η προδοσία αυτή προκαλεί φυσικά θυμό, απώλεια εμπιστοσύνης, φόβο εγκατάλειψης, πλήττει την αυτοπεποίθηση και την σεξουαλική διάθεση του συντρόφου που την υπομένει. Οι συνέπειές της στον γάμο και την ψυχή των ανθρώπων είναι τις περισσότερες φορές μη αναστρέψιμες. για αυτό είναι κάτι με το οποίο δεν πρέπει να παίζει κανείς.
Ως μονογαμία ορίζεται η σταθερή και μακροχρόνια σχέση δύο συντρόφων που βασίζεται στην αρχή της αποκλειστικότητας. Δεν αποτελεί μια βιολογικά προσδιορισμένη συμπεριφορά, δεν θεωρείται φυσιολογική ή παθολογική. Οι άνθρωποι επιλέγουν να είναι μονογαμικοί για να διαμορφώσουν μια μακροχρόνια αποκλειστική ερωτική σχέση η οποία θα αποτελέσει το θεμέλιο της οικογένειας. Η μονογαμία θεωρείται, δε, η σημαντικότερη γαμήλια υπόσχεση.
Η ιστορία της μονογαμίας: μια επανάσταση στην εξουσία των ελίτ
Οι ανθρώπινες κοινωνίες ήταν εξ αρχής πολυγαμικές (5000 πΧ). Πιο συγκεκριμένα, επικρατούσε το φαινόμενο της πολυγυνίας για τους άνδρες που ανήκαν στην διοικητική, πολιτική και οικονομική ελίτ. Τα λίγα κυρίαρχα αρσενικά αποκτούσαν δικαίωμα στην σεξουαλικότητα πολλών γυναικών, εις βάρος των περισσότερων ανδρών και γυναικών. Στην προβιομηχανική περίοδο υπήρξε ασφυκτικός έλεγχος στους άνδρες και τις γυναίκες που δεν συμμετείχαν στο σύστημα της εξουσίας και του πλούτου. Εξαίρεση αποτελούν κάποιες περιοχές της Μεσογείου και της Ευρώπης ο΄που εμφανίζονται αποσπασματικά, μονογαμικές πρακτικές κατά την προϊστορική περίοδο, την αρχαιότητα και τη ρωμαϊκή περίοδο.
Τον 16ο αιώνα, η Καθολική Εκκλησία επιβάλλει τη μονογαμία ως την προτιμότερη επιλογή μετά την αγαμία. Η μονογαμία ως δια βίου γάμος, με έναν ερωτικό σύντροφο σε όλη τη διάρκεια της ζωής, καθιερώθηκε ως πράξη ισοτιμίας μεταξύ των ανδρών απέναντι στα κυρίαρχα αρσενικά της ελίτ, από τον μεσαίωνα και μετά. Με την εγκατάσταση της μονογαμίας στην κοινωνία, μειώθηκε ο σεξουαλικός ανταγωνισμός, η ηλικιακή απόκλιση των συζύγων, αυξήθηκε η ηλικία γάμου των γυναικών, άνοιξε ο διάλογος για την ανισότητα των φύλων, μειώθηκαν οι πιθανότητες παιδικής εκμετάλλευσης και αναδύθηκε η ιδέα της πατρικής φροντίδας.
Η μεγάλη αλλαγή προς την ερωτική αποκλειστικότητα ενίσχυσε τη συμμετοχή του πατέρα στην φροντίδα της οικογένειας, ξεκίνησε να είναι εκείνος που παρέχει στην οικογένεια όσα χρειάζεται και να αναλαμβάνει σταδιακά τον ρόλο του άνδρα ως προστάτη και παρόχου ενώ ταυτόχρονα αναπτύσσει στενή σχέση με τα παιδιά. Η ενισχυμένη πατρική φροντίδα μειώνει τις πιθανότητες εξωσυζυγικού σεξ και στους δύο συντρόφους.
Διαδοχική μονογαμία και απιστία στον σύγχρονο κόσμο
Η διά βίου μονογαμία αμφισβητήθηκε φυσικά τον 20ό αιώνα, ως αποτέλεσμα του φεμινιστικού κινήματος που ξεκίνησε ήδη από τον 18ο αιώνα, της σεξουαλικής επανάστασης και του Μάη του 68. Στον σύγχρονο κόσμο, επικρατεί κυρίως η διαδοχική μονογαμία, δηλαδή ένας σύντροφος με ερωτική αποκλειστικότητα, και το ίδιο ισχύει και για τον γάμο. Η ερωτική αποκλειστικότητα ισχύει για όσο διαρκεί ο κάθε γάμος.
Η ερωτική αποκλειστικότητα, ως διαδοχική μονογαμία, ενίσχυσε την αξία της σχέσης του ζευγαριού στη σύναψη και διατήρηση της γαμήλιας σχέσης. Το ταίριασμα, η συναισθηματική εγγύτητα, η αφοσίωση, η παρουσία, η φροντίδα και το νοιάξιμο, η ερωτική αποκλειστικότητα, μαζί με την σεξουαλική “χημεία”, έγιναν οι λόγοι που ένα ζευγάρι μένει ή όχι, μαζί.
Σε αυτό το σύγχρονο μοντέλο, η ανάδειξη του συναισθηματικού δεσμού σε κρίτηρι σύναψης και διατήρησης μιας σχέσης, η απιστία γίνεται αντιληπτή ως προδοσία, ακύρωση της ερωτικής αποκλειστικότητας, ακύρωση του δεσμού και ως ανυπέρβλητη τραυματική εμπειρία.
Ο γάμος σήμερα
Ο θεσμός του γάμου σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους, κλήθηκε να απαντήσει στην ανάγκη για ασφάλεια και σταθερότητα, με σαφή και συχνά, επιβεβλημένη κατανομή ρόλων. Ένα πλαίσιο που στόχευε στην επιβίωση και ανάπτυξη της οικογένειας, οικονομικά, κοινωνικά, συναισθηματικά.
Σήμερα, μια γαμήλια σχέση, πέρα όλο αυτών καλείται να αποτελέσει μια διαρκής ερωτική εστία, με πάθος, ζωτικότητα, τρυφερότητα και να παρέχει τη δυνατότητα στα μέλη της για νέες εμπειρίες ζωής. Ταυτόχρονα, καθώς οι ρόλοι και οι ταυτότητες αλλάζουν, δεν υπάρχει ένα πολιτισμικά προκαθορισμένο παράδειγμα που να προστατεύει την υγιή ανάπτυξη των μελών μιας οικογένειας. Έτσι, καταγράφεται μεγάλη ευρύτητα και ρευστότητα στις εκδοχές των γαμήλιων σχέσεων.
Η τάξη που πρέπει να μπει το χάος των διαρκών αναγκών και της ρευστότητας των ρόλων, συχνά παράγει εντάσεις, διαμάχες και ματαιώσεις.
Η απιστία συγχωρείται; συνέπειες στον γάμο και την οικογένεια.
Η απιστία δεν συγχωρείται. Ακόμη κι αν ο γάμος διατηρηθεί ως επίσημη ένωση, απλώς μαθαίνει να ζει κανείς με αυτή. Η σχέση που υπήρχε μεταξύ των συντρόφων μέχρι εκείνη την στιγμή, με τον τρόπο υπήρχε, τελειώνει. Κι αυτό διότι πρόκειται για μία σχέση που παράγει συμπεριφορές καταπάτησης της ερωτικής αποκλειστικότητας, η εμπιστοσύνη κλονίζεται και ο σύντροφος που υπομένει την απιστία τραυματίζεται ψυχικά. Επομένως, από τη μία ο ένας σύντροφος έχει ήδη στραφεί σε μια εξωσυζυγική εμπειρία και ο άλλος, βιώνει μια έντονα τραυματική εμπειρία η οποία κλονίζει την εμπιστοσύνη του και στην πραγματικότητα αδυνατεί να συνδεθεί ξανά “σαν να μην συμβαίνει τίποτε”.
Η σχέση συνεπώς, ως έχει, τελειώνει. Τελειώνει και ο γάμος ή η συνύπαρξη των δύο συντρόφων; Τις περισσότερες φορές ναι, αλλά δεν είναι βέβαιο. Συχνά, ο γάμος διατηρείται ως επίσημη ένωση αλλά ο συζυγικός δεσμός παραμένει κλονισμένος και οι σύζυγοι απλώς συνεργάζονται και συγκατοικούν.
Υπάρχει ωστόσο η πιθανότητα, η απιστία να τελειώσει την σχέση ως είχε αλλά να αποτελέσει και τον καταλύτη για να δημιουργηθεί μια νέα σχέση ανάμεσα στο ζευγάρι. Οι σύντροφοι, αποδέχονται το τέλος της σχέσης που είχαν και με ειλικρίνεια και συνειδητή προσπάθεια αναλαμβάνοντας την ατομικής τους ευθύνη, προσπαθούν να χτίσουν μια νέα ερωτική σχέση. Προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα νέο πλαίσιο εμπιστοσύνης, μια νέα πραγματικότητα, έναν άλλον τρόπο σύνδεσης, εφόσον φυσικά, η ερωτική έλξη και επιθυμία έχει διατηρηθεί.
Αυτό είναι ομολογουμένως κάτι σπάνιο, δύσκολο αλλά μπορεί να συμβεί. Η θεραπεία μπορεί να βοηθήσει του συντρόφους να καταλάβουν προς ποια κατεύθυνση βαδίζουν.
Οι συνέπειες ωστόσο της απιστίας δεν περιορίζονται στην σχέση μεταξύ του ζευγαριού. Σε μια οικογένεια με παιδιά, ο άρρηκτος συζυγικός δεσμός είναι καθοριστικός για την ισορροπία των σχέσεων μεταξύ των μελών και την ψυχική ανάπτυξη των παιδιών. Η ερωτική σύνδεση μεταξύ των γονέων επηρεάζει τις αναπαραστάσεις για το φύλο και την σεξουαλικότητα που εσωτερικεύουν τα παιδιά, τη διαχείριση των ορίων και των συναισθημάτων τους. Η καταπάτηση της ερωτικής αποκλειστικότητας από έναν γονέα, συμβολίζει την καταπάτηση της έννοιας του ορίου και του αυτό-ελέγχου. Έτσι χάνει τη ρυθμιστική του δύναμη και τα παιδιά βιώνουν το οικογενειακό χάος ως ένα εσωτερικό χάος. Για αυτό, χρειάζεται προσοχή στη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων, δεν είναι απλές, και συνίσταται η λήψη συμβουλευτικής από ειδικό.
Στην περίπτωση δε, που η απιστία συμβαίνει με σύντροφο του ίδιου φύλου, οι συνέπειες τόσο εντός του ζεύγους όσο και στην οικογένεια, είναι πολυπλοκότερες.
Ποιοι απιστούν περισσότερο και γιατί;
Τα τελευταία πενήντα χρόνια, η διαφορά ανάμεσα στα φύλα μειώνεται. Ενώ αρχικά απιστούσαν περισσότερο οι άνδρες, άνδρες και γυναίκες τείνουν να αναπτύσσουν παρόμοιες συμπεριφορές εντός γάμου. Γεγονός που καθρεφτίζει τις ευρύτερες μετατοπίσεις στους ρόλους και την σχέση ανάμεσα στα φύλα. Σημαντική διαφορά φαίνεται να υπάρχει στην ένταση της αντίδρασης μεταξύ των δύο φύλων. Οι άνδρες αντιδρούν πιο έντονα στην σεξουαλική απιστία συγκριτικά με τις γυναίκες ενώ οι γυναίκες στην συναισθηματική.
Το “γιατί” απιστεί κανείς, είναι δύσκολο να γενικευθεί. O καθένας προσδίδει στην απιστία το δικό του νόημα, κάθε άνθρωπος έχει τις δικές του ανάγκες και επιθυμίες που προσπαθεί να ικανοποιήσει. Ο τρόπος που βιώνεται ένας γάμος είναι απολύτως υποκειμενικός. Για αυτό και συχνά σε φαινομενικά «καλούς» γάμους διαπιστώνονται φυγόκεντρες δυνάμεις και το αντίστροφο. Η εικόνα που έχουν οι άλλοι εξωτερικά δεν συνάδει πάντα με αυτό που βιώνει ο καθένας εντός της σχέσης.
Συχνά αναφερόμενοι λόγοι είναι η αναζήτηση σεξουαλικής ικανοποίησης, η αναζήτηση ψυχικού δεσμού, οι συχνοί τσακωμοί, οι συγκρούσεις μέσα στο γάμο, η εκδικητικότητα και διάφοροι λόγοι που συσχετίζονται με αδυναμίες της προσωπικότητας του καθενός όπως η εξαρτητικότητα και η διαρκής ανάγκη για αποδοχή.
Απιστία & θεραπεία ζεύγους
Η θεραπεία ζεύγους εστιάζει στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο συνδέεται το ζευγάρι, στην επεξεργασία της ιστορίας του και αποκωδικοποιεί το μήνυμα που στέλνει η απιστία για την πραγματικότητα του ερωτικού δεσμού. Το θεραπευτικό πλαίσιο δεν προσεγγίζει ηθικά, θρησκευτικά ή “δικαστικά” την απιστία. Η θεραπεία είναι ένα πλαίσιο κατανόησης και επούλωσης. Η θεραπεία ζεύγους δεν είναι τρόπος διατήρησης του γάμου. Το ζευγάρι μέσα από τη θεραπεία του αποφασίζει ελεύθερα να θα διατηρήσει τον γάμο, αν θα ανανεώσει την σχέση του ή όχι.
Πολύ συχνά, το τραύμα της απιστίας ενδέχεται να πυροδοτήσει δυσεπίλυτες δυσφορίες από απώλειες του παρελθόντος περιπλέκοντας έτσι τη διαδικασία του αποχαιρετισμού και του πένθους. Σε αυτές τις περιπτώσεις συνίσταται θεραπευτική αντιμετώπιση σε ατομικό επίπεδο με ατομική ψυχοθεραπεία.